Γεωργία: Ο Νέστωρ Αλεξάνδρεβιτς Καλανταρισβίλι ή Παππούς (1876-1922) που προσχώρησε στο Μπολσεβικισμό

Μια από τις περίεργες συμπτώσεις της ιστορίας, είναι ότι κατά τη διάρκεια της Ρωσικής Επανάστασης και του Εμφυλίου Πολέμου υπήρχαν δύο λαμπροί αναρχικοί ηγέτες ανταρτών με το όνομα Νέστωρ. Ενώ ο Μαχνό πολέμησε στην Ουκρανία, ο άλλος πολέμησε στο άλλο άκρο της Σοβιετικής Ένωσης. Ενώ ο Μαχνό απέκτησε τον τίτλο του “Μπάτκο” (Πατέρας), ο άλλος απέκτησε το όνομα Παππούς (Μπάμπουα στα Γεωργιανά). Και οι δύο είχαν ιδιωτικές συναντήσεις με τον Λένιν. Και οι δύο Νέστορες πολέμησαν κάτω από μαύρα λάβαρα, και τα δύο έφεραν το πανομοιότυπο σύνθημα «η Αναρχία είναι η μητέρα της τάξης». Και οι δύο αντάρτικες ομάδες τους χρησιμοποίησαν πανομοιότυπες τακτικές. Υποχωρούσαν όταν ήταν απαραίτητο, διασκορπίζονταν, και στη συνέχεια αναδιοργανώνονταν και επιτίθονταν στα νώτα του εχθρού. Ενώ ο Μαχνό θάφτηκε στο Παρίσι κοντά στο μνημείο των μαρτύρων της Κομμούνας των Παρισίων, ο άλλος Νέστωρ θάφτηκε στους πρόποδες ενός βουνού που πήρε το όνομά του.

Κι εδώ οι ομοιότητες τελειώνουν. Ενώ ο Μαχνό δεν παρασύρθηκε από την ήρεμη ρητορική του Λένιν και διατήρησε τις αναρχικές του θέσεις, ο άλλος Νέστορας δεν κατάφερε να αντισταθεί. Εμφανισιακά, ενώ ο Μαχνό ήταν κοντός και ξυρισμένος, ο άλλος Νέστωρ ήταν ψηλός με μεγάλη γενειάδα.

Καλανταρισβίλι

Ο Νέστωρ Καλανταρισβίλι γεννήθηκε στο χωριό Σεμοκμέντι της κομητείας Οζουργκέτσκογκο της επαρχίας Κουτάισι της Γεωργίας, από οικογένεια φτωχών ευγενών στις 26 Ιουνίου 1876. Η οικογένεια είχε έναν ακόμα γιο και τρεις κόρες. Στην ηλικία των οκτώ ετών ο Νέστωρ πήγε στο σχολείο του χωριού. Με την επιμονή του δασκάλου του, που είδε ένα αγόρι εξαιρετικής ικανότητας και έλξης στην μάθηση, ο Νέστωρ στάλθηκε να σπουδάσει στο Γυμνάσιο του Κουτάισι, χάρη στην οικονομική βοήθεια πλουσιότερων συγγενών. Μετά το Γυμνάσιο εισήλθε σε ανώτερη σχολή της Τυφλίδας, από όπου το 1895 κλήθηκε για δύο χρόνια στρατιωτικής θητείας στο Πεζικό. Όταν τελείωσε τη θητεία του, ο Νέστωρ συνέχισε τις σπουδές του και το 1900 βρέθηκε υπό την επιρροή των Κοινωνικών Επαναστατών (Εσέρων) που σπούδαζαν στην ίδια σχολή.

Το 1903 αποβλήθηκε από τη σχολή για επαναστατική δραστηριότητα, η οποία περιελάμβανε πρόκληση αναταραχής μεταξύ στρατιωτών. Την ίδια χρονιά, ο Νέστωρ ολοκλήρωσε την παράνομη στρατιωτική εκπαίδευση σε ομάδα μάχης των Εσέρων. Αφού έφυγε από την Τυφλίδα, πήγε στο Μπατούμι, όπου δίδαξε για κάποιο διάστημα και στη συνέχεια εργάστηκε σε εργοστάσιο που ανήκε στους Ρότσιλντ. Το 1904 απογοητεύτηκε από τους Εσέρους και εντάχθηκε στους Γεωργιανούς Σοσιαλιστές-Φεντεραλιστές, μια εθνικιστική σοσιαλιστική οργάνωση. Ως μέλος της ομάδας κρούσης, συμμετείχε στην εξέγερση στο Μπατούμι το Νοέμβριο του 1905, και μετά την ήττα κρύφτηκε στο Κουτάισι. Εκεί εργάστηκε ως ηθοποιός στο τοπικό θέατρο. Εδώ ο Νέστωρ έχει αρχίσει να αναπτύσσει αναρχοκομμουνιστικές θέσεις και ήταν ένας από τους τριάντα Γεωργιανούς που ίδρυσαν Αναρχική Ομοσπονδία. Στα απομνημονεύματά του γράφει ότι ξεκίνησε την παράνομη επαναστατική ζωή με τη “γοητεία” της δράσης. Να κρύβεται, να αναρριχάται μέσα από σωληνώσεις και να πηδά πάνω από φράχτες!

Στη συνέχεια ασχολήθηκε και συμμετείχε σε επιθέσεις ανταρτών κατά χωροφυλάκων, γαιοκτημόνων και στρατιωτικών αποσπασμάτων που αποστέλλονταν σε ολόκληρη τη Ρωσία μετά τις αρχικές εξεγέρσεις του 1905, ενώ έλαβε μέρος και σε απαλλοτριώσεις. Συνελλήφθη επανειλημμένα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Γεωργίας, Μπατούμι, Κουτάισι, Σουχούμι και Τυφλίδα, αλλά απελευθερωνόταν πάντα λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Στα τέλη του 1907, μετά την αιματηρή συντριβή της αγροτικής εξέγερσης του Γκουλγκούλε (Γκουρίσκομ) συνελήφθη και εξορίστηκε στην ανατολική Σιβηρία, αφήνοντας πίσω τη σύζυγο και τις δύο κόρες του.

Στην ανατολική Σιβηρία δημιούργησε επαφές με εξόριστους αναρχικούς της Γεωργίας και της Οσετίας που δούλευαν στα ορυχεία γύρω από το χωριό Τσερέμχοβο. Εργάστηκε ως φωτογράφος και ηθοποιός. Συνελήφθη τρεις φορές την περίοδο αυτή, συμπεριλαμβανομένης της υποψίας εμπλοκής σε απόπειρα δολοφονίας του γενικού κυβερνήτη Σινελνίκωφ. Κάθε φορά, όμως, απελευθερωνόταν λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.

Συμμετείχε στην Επανάσταση του Φλεβάρη. Ο ίδιος και εξήντα άλλοι αναρχικοί σχημάτισαν μια ομάδα και συμμετείχαν στη συντριβή της εξέγερσης του Τζούνκερ κατά της επανάστασης στη Σιβηρία στις 17 Δεκέμβρη. Τον επόμενο Απρίλη, το πρώτο τμήμα ιππικού του Ιρκούτσκ (αναρχοκομμουνιστές), υπό την διοίκησή του, έφτασε στο μέτωπο για να πολεμήσει εναντίον των Λευκών δυνάμεων του Αταμάνου Σεμενώφ. Ο Καλανταρισβίλι συμμετείχε έτσι στην ανάπτυξη μιας ισχυρής αναρχικής δύναμης μάχης, η οποία ενισχύθηκε από ανθρώπους που λιποτακτούσαν από τους Λευκούς και από δυνάμεις ξένων παρεμβάσεων. Αυτή η ομάδα αυξήθηκε σε μέγεθος ολόκληρης μεραρχίας. Τρία χρόνια μάχης εναντίον των Λευκών των Σεμενώφ, Καππέλ και Ούνγκερν, διεξήχθησαν με τον Καλανταρισβίλι να κινείται σε ολόκληρη την ανατολική Σιβηρία. Δημιούργησε μια φήμη ως ένας από τους πιο διάσημους αρχηγούς ανταρτών, με το ψευδώνυμο Παππούς λόγω της τεράστιας γενειάδας του. Από τον Φλεβάρη μέχρι τον Ιούλη του 1918 διοικούσε τα στρατεύματα του κεντρικού συμβουλίου των Αντιπροσώπων Εργατών και Στρατιωτών (κεντρική Σιβηρία). Τον Οκτώβριο του 1918 υπέστη μια ήττα και υποχώρησε στα σύνορα με τη Μογγολία με 800 στρατιώτες και 12 πολυβόλα.

Τον Μάρτη του 1919 η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Ιρκούτσκ τον πλησίασε για να μιλήσει για συνεργασία, πράγμα που αρχικά απέρριψε.

Η κομμουνιστική ηγεσία του υποσχέθηκε τότε χρήματα, προμήθειες, όπλα και στρατιώτες, πράγμα που τον έπεισε να συνεργαστεί. Την άνοιξη και το καλοκαίρι οι δυνάμεις του Καλανταρισβίλι έκαναν επιθέσεις δυτικά του Ιρκούτσκ και οι δυνάμεις του Λευκού ναύαρχου Κολτσάκ τον επικήρυξαν με το ποσό των 40.000 ρουβλίων. Το Σεπτέμβρη του 1919, μετακόμισε στα βόρεια του Ιρκούτσκ και άρχισε να σαρώνει τους Λευκούς έχοντας την περιοχή σαν ορμητήριο. Χιλιάδες αναρχικοί συμμετείχαν σε ομάδες ανταρτών όπως του Καλανταρισβίλι σε ολόκληρη τη Σιβηρία, πολεμώντας τις δυνάμεις των διαφόρων Λευκών αντεπαναστατών και των Ιαπώνων προστατών τους. Στις αρχές του Γενάρη 1920 εγκαταστάθηκε στο Ιρκούτσκ η σοβιετική εξουσία, η οποία οφείλεται κατά πολύ στους αγώνες της μεραρχίας του Καλανταρισβίλι.

Ο “Μπάμπουα” Καλανταρισβίλι με αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού.

Συνέχισε να κατέχει σημαντικές στρατιωτικές θέσεις και το 1921 προσκλήθηκε από τον Λένιν να παρευρεθεί σε ιδιωτική συνάντηση μαζί του στη Μόσχα. Μετά τη συνάντηση, ο Καλανταρισβίλι δήλωσε ότι δεν ήταν πλέον αναρχοκομμουνιστής, ότι τώρα ήταν κομμουνιστής μπολσεβίκος και εντάχθηκε στο Κόμμα. Ο Λένιν του έδωσε την ανώτατη διοίκηση των ενόπλων δυνάμεων στην Άπω Ανατολή και ανέλαβε το δικαίωμα να διορίζει και να απολύει τους διοικητές των ανταρτών. Ο ίδιος ήταν υπεύθυνος για τις κορεατικές επαναστατικές δυνάμεις και άρχισε να παρενοχλεί την ανεξαρτησία των αναρχικών αντάρτικων ομάδων με τον αφοπλισμό και τη διάλυση του συντάγματος Σαχαλίν, που αποτελείτο από Κορεάτες αναρχικούς, επειδή αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τον νέο διοικητή που διορίστηκε από τους Μπολσεβίκους, πρώην αξιωματικό του στρατού των Λευκών του Αταμάνου Σεμενώφ! Ο Καλανταρισβίλι γινόταν όλο και πιο αυταρχικός. Τον Γενάρη του 1922 με δύναμη 300 στρατιωτών άρχισε τις επιχειρήσεις εναντίον μιας συμμορίας Λευκών στην Γιακούτια. Αλλά ο ίδιος και ένας συνάδελφός του σκοτώθηκαν σε μια ενέδρα, 33 χλμ από το Γιατούσκ στις 6 Μάρτη. Τάφηκε στις 2 Απρίλη 1922 στο Γιατούσκ και στις 17 Σεπτέμβρη του ίδιου έτους τάφηκε ξανά στο Ιρκούτσκ στους πρόποδες του όρους Κομμουνάρωφ.

Κυκλοφορούν διάφορες θεωρίες σχετικά με το θάνατο του Καλανταρισβίλι, ότι πέθανε ως αποτέλεσμα της δράσης των Λευκών, ενώ άλλοι ιστορικοί εμπλέκουν τους ντόπιους Μπολσεβίκους, με ή χωρίς τη συμμετοχή κάποιων Μπολσεβίκων της Γιακούτια, που ανησυχούσαν για την πολιτική του αξιοπιστία ή ζηλεύοντας ότι οι θέσεις τους απειλούνταν από αυτόν. Οι Μπολσεβίκοι σε κεντρικό επίπεδο είχαν κάνει τα πάντα για να τον κερδίσουν με επαίνους, προμήθεια όπλων, χρήμα καθώς και απονομή μεταλλίων, που τελικά αποδείχθηκαν ισχυρότερα από την πολιτική ακεραιότητα του Καλανταρισβίλι. Μετά θάνατο, όπως έγινε και με τον Ζελεζνιάκωφ και άλλους, ενσωματώθηκε και αυτός στην εικονογραφία του Μπολσεβίκικου κράτους με συλλογικά αγροκτήματα και δρόμους να παίρνουν το όνομά του σε όλη τη Σοβιετική Ένωση.

Nick Heath

Πηγές:

-Anarchist Georgia in the early twentieth century http://ilyapol.livejournal.com/1399.html

-Νέστωρ Καλανταρισβίλι http://www.molodejka.ru/index.asp?id=4866&n=5508

http://www.politjournal.ru/index.php?action=Articles&dirid=50&tek=8067&issue=217

*Το αγγλικό κείμενο δημοσιεύτηκε εδώ: https://libcom.org/history/anarchists-who-turned-bolsheviks-1 Μετάφραση: “Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης”.

Από το ιστολόγιο του “Βραχόκηπου

-Επιμέλεια κειμένου – επιλογή εικόνων Makhnovchina