Για την Κροστάνδη

Οι προλετάριοι κάθε χώρας θα πρέπει να οργανώνουν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για το αίσχος που διαπράχθηκε ενάντια στους επαναστατημένους εργάτες και ναυτικούς

Η 7η Μαρτίου είναι μια οδυνηρή ημερομηνία για τους προλετάριους της αποκαλούμενης «Ένωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών» που συμμετείχαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκείνη την ημερομηνία στην Κροστάνδη.

Η επετειακή ανάμνηση της ημερομηνίας εκείνης είναι εξίσου επίπονη για τους προλετάριους όλων των χωρών, γιατί επαναφέρει τη μνήμη εκείνου που οι ελεύθεροι εργαζόμενοι και οι ναυτικοί της Κροστάνδης πιστοί στα ιδανικά της Ρώσικης Επανάστασης, απαίτησαν μέχρι θανάτου από τον Κόκκινο εκτελεστή τους – το «Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα» και το όργανό του, την «Σοβιετική» κυβέρνηση.

Η Κροστάνδη απαίτησε από τους δήμιους κρατιστές να δώσουν πίσω όλα όσα ανήκαν στους προλετάριους της πόλης και της επαρχίας, δεδομένου ότι αυτοί ήταν που είχαν πραγματοποιήσει την επανάσταση. Οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης επέμειναν πάνω στην πρακτική εφαρμογή των ιδανικών της Οκτωβριανής Επανάστασης:

Ελεύθερα εκλεγμένα Σοβιέτ, ελευθερία του Λόγου και ελευθερία του Τύπου για τους εργάτες και τους αγρότες, τους αναρχικούς και τους αριστερούς Σοσιαλεπαναστάτες.

Το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα το θεώρησε αυτό αδιανόητη απειλή της θέσης που μονοπωλούσε στη χώρα και, αποκρύπτοντας το πρόσωπο του άνανδρου εκτελεστή πίσω από τη μάσκα του επαναστάτη και φίλου των εργαζομένων, αποκάλεσε τους ελεύθερους ναυτικούς και τους εργάτες της Κροστάνδης «αντεπαναστάτες» και έστειλε εναντίον τους δεκάδες χιλιάδες πειθήνιους μπράβους και σκλάβους: Chekists, Kursanty (μαθητευόμενοι αξιωματικοί του Κόκκινου στρατού σημείωση του Alexandre Skirda) και μέλη του Κόμματος, προκειμένου να σφαγιασθούν αυτοί οι πραγματικοί μαχητές και επαναστάτες – οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης – που δεν είχαν κάνει τίποτα για το οποίο να μπορούν να κατακριθούν από τις επαναστατικές μάζες, ενώ το μόνο παράπτωμά τους ήταν να αισθάνονται προσβεβλημένοι από τα ψέματα και τη ανανδρία του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος που ποδοπατούσε τα δικαιώματα των προλεταρίων και της Επανάστασης.

Στις 7 Μαρτίου του 1921, στις 6:45 το απόγευμα, εξαπολύθηκε μια καταιγίδα πυρών πυροβολικού ενάντια στην Κροστάνδη. Όπως ήταν φυσικό και αναπόφευκτο, οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης απάντησαν αμυνόμενοι, παλεύοντας, όχι μόνο για τις δικές τους διεκδικήσεις, αλλά και για λογαριασμό των άλλων προλεταρίων της χώρας που αγωνίζονταν για τα δικαιώματα που κατέκτησαν με την Επανάσταση και ποδοπατήθηκαν αυθαίρετα από τις μπολσεβικικές αρχές.

Ο αγώνας τους βρήκε απήχηση από ολόκληρη την υποδουλωμένη Ρωσία, που στάθηκε έτοιμη να υποστηρίξει τη δίκαιη και ηρωική πάλη τους, αλλά ήταν δυστυχώς ανίκανη να τα καταφέρει, επειδή ήταν αφοπλισμένη, στυγνά εκμεταλλευόμενη και δέσμια της δουλείας από τις μονάδες καταστολής του Κόκκινου Στρατού και της Τσεκά, οι οποίες είχαν συνταχθεί με τρόπο ώστε να σπάσει το ελεύθερο πνεύμα και βούληση της χώρας.

Είναι δύσκολο να υπολογιστούν οι απώλειες που υπέστησαν οι υπερασπιστές της Κροστάνδης και η άβουλη μάζα του Κόκκινου Στρατού, αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι έπεσαν πάνω από δέκα χιλιάδες νεκροί. Στην πλειοψηφία τους, ήταν εργαζόμενοι και αγρότες, οι ίδιοι οι άνθρωποι που το Κόμμα των ψευτών είχε χρησιμοποιήσει προκειμένου να αρπάξει την εξουσία, δίνοντάς τους ψεύτικες υποσχέσεις για ένα καλύτερο μέλλον. Τους είχε χρησιμοποιήσει επί χρόνια για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά των κομματικών συμφερόντων του, ώστε να επεκταθεί και να περιχαρακωθεί η κυριαρχία του πάνω στην οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.

Ενάντια στην μπολσεβίκικη ολιγαρχία, η Κροστάνδη υπεράσπισε την ουσία του αγώνα των εργατών και των αγροτών στη Ρωσική Επανάσταση. Για τον ίδιο λόγο, οι ολιγαρχικοί εξολόθρευσαν τους εξεγερμένους της Κροστάνδης, κάποιους αμέσως μετά τη στρατιωτική νίκη, τους υπόλοιπους στα μπουντρούμια και στα κελιά που κληροδότησαν τα Τσαρικά και Αστικά καθεστώτα. Έτσι, η ημερομηνία της 7ης Μαρτίου εκλαμβάνεται σαν βαθιά οδυνηρή επέτειος για τους εργαζομένους όλων των χωρών.

Η επίπονη μνήμη των εξεγερμένων της Κροστάνδης που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της μάχης και των επιζώντων που αφέθηκαν για να σαπίσουν στις μπολσεβικικές φυλακές αναζωπυρώνεται σ’ αυτή την επέτειο, όχι μόνο για τους Ρώσους προλετάριους.

Αλλά αυτά τα θέματα δεν επιλύονται με θρήνους: εκτός από την επετειακή ανάμνηση της 7ης Μαρτίου, οι προλετάριοι κάθε χώρας θα πρέπει να οργανώνουν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε κάθε περιοχή για το αίσχος που διαπράχθηκε στην Κροστάνδη από το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα ενάντια στους επαναστατημένους εργάτες και ναυτικούς, και να απαιτήσουν την απελευθέρωση των επιζώντων που αργοπεθαίνουν στις μπολσεβίκικες φυλακές ή βρίσκονται υπό κράτηση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Φινλανδίας.

Νέστορας Μάχνο

Παρίσι, Μάρτιος 1926

* Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Delo Truda» N°10, Μάρτης 1926, pp. 3-4. Συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «The Struggle Against the State and other essays» by Nestor Makhno, σε επιμέλεια έκδοσης Alexandre Skirda και μετάφραση Paul Sharkey

Η αναρχική συνομοσπονδία Ναμπάτ (NABAT) στην Ουκρανία το 1918-1920

Η Συνομοσπονδία Αναρχικών Οργανώσεων Ναμπάτ, καλύτερα γνωστή απλά ως Nabat (Набат), ήταν μια αναρχική οργάνωση που αναπτύχθηκε στην Ουκρανία μεταξύ του 1918 και του 1920. Η περιοχή που είχε περισσότερη επιρροή μερικές φορές ονομαζόταν η Ελεύθερη Περιοχή (Free Territory), αν και η Ναμπάτ είχε παρουσία σε όλες τις μεγάλες πόλεις της νότιας Ουκρανίας. Η λέξη Ναμπάτ είναι Ρωσικής/Ουκρανικής προέλευσης και σημαίνει καμπανάκι σήμανσης κινδύνου. Η ομάδα δημοσίευσε μια εφημερίδα με το ίδιο όνομα.

Το 1917 μια σειρά εξεγέρσεων στη Ρωσία που ονομάστηκαν η Ρωσική Επανάσταση προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης, τη Τσαρική αυτοκρατία. Η έλλειψη κεντρικής κυβέρνησης επέτρεψε τη δημιουργία ενός μεγάλου αριθμού νέων ομάδων και οργανώσεων που προσπαθούσαν να γεμίσουν το κενό εξουσίας. Η πτώση της κυβέρνησης επίσης επέτρεψε στο λαό της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας να χαρεί νέες λαϊκές ελευθερίες. Αφότου έπεσε ο τσάρος, μια επιτροπή μελών της Δούμας (κάτω βουλής) γρήγορα δημιούργησαν μια προσωρινή κυβέρνηση. Αυτή η νέα κυβέρνηση γρήγορα αντιμετώπισε πολλά προβλήματα στη διαχείρηση μιας τόσο μεγάλης χώρας. Η προσωρινή κυβέρνηση σχεδόν αμέσως αναγκάστηκε να μοιράζεται την εξουσία με μια νέα επαναστατική συνέλευση, το Σοβιέτ της Πετρούπολης (Petrograd Soviet).

Στις 16 Απριλίου 1917 ο Βλαδιμήρ Λένιν (Vladimir Lenin) επέστρεψε στη Ρωσία από εξορία στην Ευρώπη και έδωσε ένα νέο χαρακτήρα στην επανάσταση. Ως αρχηγός των Μπολσεβίκων (Bolshevik), ο Λένιν είχε σημαντική θέση στη Ρωσία. Στους Μπολσεβίκους αντιπολιτευόταν το κόμμα των Μενσεβίκων (Menshevik). Καθώς οι μήνες περνούσαν, οι Μπολσεβίκοι γινόντουσαν όλο και πιο δυνατοί.

Στις αρχές του Νοεμβρίου του 1917 οι Μπολσεβίκοι πήραν τον έλεγχο πολλών σημαντικών περιοχών σε όλη τη Ρωσία. Ενώ στην αρχή αυτό γινόταν ειρηνικά, γρήγορα σημειώθηκαν μάχες μεταξύ Μπολσεβίκων, Μενσεβίκων, και άλλων. Καθώς ο Λένιν προσπάθησε να δημιουργήσει ένα κυρίαρχο κομματικό σύστημα, η Ρωσία βυθίστηκε σε εμφύλιο πόλεμο. Οι νεοαποχτηθέσες λαϊκές ελευθερίες χάθηκαν και οι αναρχικές οργανώσεις που είχαν πρόσφατα δημιουργηθεί βρέθηκαν σε εχθρικό έδαφος.

Καθώς η νέα Ρωσική κυβέρνηση γινόταν όλο και πιο εχθρική, πολλοί αναρχικοί αποφάσισαν να φύγουν από τη Ρωσία. Οι περισσότεροι από αυτούς τους αναρχικούς αποφάσισαν να πάνε στην Ουκρανία επειδή εκεί το περιβάλλον επέτρεπε περισσότερη ελευθερία να βάλουν τις ιδέες τους σε εφαρμογή. Οι αναρχικοί της Μόσχας και της Πετρούπολης, αντιμετωπίζοντας τη καταστολή των Μπολσεβίκων, κατέφυγαν στην Ουκρανία, όπου πριν από δεκαπέντε χρόνια το κίνημά τους είχε ανθίσει. Μέχρι το φθινώπορο του 1918 η Συνομοσπονδία Αναρχικών Οργανώσεων Ναμπάτ είχε ιδρύσει τα κεντρικά της γραφεία στο Χαρκόβ (Kharkov) της Ουκρανίας.

Η Ναμπάτ πρώτα ενεργοποιήθηκε το φθινώπορο του 1918. Καθώς τα ιδρυτικά μέλη άρχισαν να ψάχνουν για άλλους ανθρώπους που ήταν διατεθειμένοι να παλέψουν για τα ιδεατά τους, το ενδιαφέρον τους τράβηξε η αντάρτικη στρατιά του Νέστωρ Μάχνο (Nestor Makhno). Τότε ο Μάχνο ήταν ο αρχηγός του Εξεγερτικού Στρατού της Ουκρανίας. Καθώς ο Μάχνο είχε ήδη συγκεντρώσει σημαντικό αριθμό υποστηρικτών, η Ναμπάτ μπόρεσε γρήγορα να αποκτήσει αρκετή επιρροή. Η Ναμπάτ χρησιμοποίησε τη στρατιωτική δύναμη του Μάχνο και το στρατό του για να διασπείρει τις ιδέες της με τρικάκια, εφημερίδες, και αφίσες. Μετά από λίγο, η Ναμπάτ είχε παρουσία με τοπικά γραφεία σε σχεδόν κάθε μεγάλη πόλη της νότιας Ουκρανίας.

Η Ναμπάτ είχε τη πρώτη της Γενική Συνέλευση στις 12-16 Νοεμβρίου 1918. Ο σκοπός της συνέλευσης αυτής ήταν να ενωθούν οι διάφορες αναρχικές ομάδες της Ουκρανίας κάτω από μια ενωποιημένη πλατφόρμα για να αρπάξουν την ευκαιρία κοινωνικών αλλαγών που προσέφερε η συνεχιζόμενη διεξαγωγή του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου. Οι αποφάσεις όμως που πραγματικά πάρθηκαν στη συνέλευση ήταν λιγότερο σημαντικές και κατά βάση θεωρητικές. Οι αποφάσεις είχαν να κάνουν και με πρακτικά θέματα όσον αφορά τη συμμετοχή των αναρχικών στην επανάσταση και τη συμφωνία για την ανάγκη να παλέψουν εναντίων “αντιδραστικών” (reactionary) δυνάμεων που επέβαλαν την εξουσία τους στην Ουκρανία. Στη συνέλευση, στον Βολίν (Volin) ανατέθηκε να συντάξει μια “δήλωση αρχών” η οποία θα μπορούσε να γίνει δεκτή από όλες τις μεγάλες σχολές σκέψης του αναρχισμού.

Η επαναστατική εμπειρία:

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, οι Μπολσεβίκοι δεν είχαν σημαντική παρουσία στην Ουκρανία και κατάλαβαν πως έπρεπε να συμμαχήσουν με τη Ναμπάτ και το Νέστωρ Μάχνο. Τόσο μεγάλη επιρροή είχε η Ναμπάτ που τον Οκτώβριου του 1920 μια αντιπροσωπεία του Κόκκινου Στρατού πρότεινε στη Γενική Συνέλευση να συλλάβουν τον Λένιν και τους άλλους κομματικούς αρχηγούς των Μπολσεβίκων. Η Ναμπάτ αρνήθηκε για ιδεολογικούς λόγους επειδή οι αναρχικοί δεν πιστεύουν στην αυθαίρετη εξουσία. Παρόλο που η Ναμπάτ είχε συμμαχήσει με τους Σοβιετικούς εναντίων του Λευκού Στρατού, η Ναμπάτ ασκούσε έντονη κριτική στο καθεστώς των Μπολσεβίκων ως εξουσιαστικό. Οι Μπολσεβίκοι ανέχονταν τις ομάδες αναρχικών κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά γρήγορα κινήθηκαν εναντίων τους όταν έπαυσε η απειλή των Μενσεβίκων. Οι αναρχικές ομάδες, και ειδικά η Ναμπάτ, κατηγορήθηκαν ως συμμορίες ληστών που επέτρεπαν τις φρικαλεότητες που έκανε ο στρατός του Μάχνο επειδή ο Μάχνο είχε πει πως ήταν μεγάλος Μπακουνιστής (Bakunist).

Η οργάνωση:

Η Ναμπάτ, αν και αναρχική οργάνωση, είχε μια σφιχτή και συγκροτημένη οργανωτική δομή. Ο σκοπός αυτής της οργάνωσης και συγκρότησης ήταν να κάνει τη Ναμπάτ ένα υγειές συνδικάτο και να ανέλθει πάνω από τις διαφορές γνώμης των διάφορων σχολών σκέψης του αναρχισμού. Ήταν οργανωμένη με ομοσπονδιακές αρχές, με τις τοπικές ομάδες να είναι υπόλογες στις υπόλοιπες σχετικά με τις αποφάσεις που παίρνονταν κατά τις γενικές συνελεύσεις, ακόμη κι όταν αυτές οι αποφάσεις παιρνούσαν με απλή πλοιοψηφία. Η Γραματεία, ένα μικρό ηγετικό σώμα, διεύθυνε τις υποθέσεις της Ναμπάτ. Η Γραματεία θεωρητικά ήταν “τεχνικά εκτελεστική” αλλά είχε πολλές υπευθυνότητες, όπως την ιδεολογική συγκρότηση της Συνοποσπονδίας, τη διαχείρηση των χρηματικών πόρων της Ναμπάτ, τη δημοσίευση της εφημερίδας και άλλες προπαγανδιστικές δραστηριότητες, καθώς και τον έλεγχο των μαχητών που είχε η Συνομοσπονδία. Η οργάνωση περιγράφτηκε από τον Βολίν ως “μια ένωση, με βάση την ομοσπονδία, με λίγα από τα στοιχεία της φυσικής ελεύθερης και της τεχνικής συγκεντρωποίησης, κατά κάποιο τρόπο ως σύνθεση μεταξύ αφελφοσύνης και ελεύθερης συγκρότησης και συλλογικής ευθύνης.”

Η Ναμπάτ χρησιμοποίησε πλήρως την ομοσπονδιακή της φύση και την εξελισσόμενη επαναστατική πείρα διοργανώνοντας πολλές συγκεντρώσεις της Γενικής Συνέλευσης, προσπαθώντας να κάνει μια κάθε εξάμηνο. Οι κύριοι στόχοι τους ήταν το χτίσιμο μιας κοινά αποδεκτής συγκροτημένης πλατφόρμας με την οποία θα συμφωνούσαν όλα τα μέλη. Τα θέματα τακτικής που θα έπρεπε να συμφωνηθούν αμέσως μετά τις συνελεύσεις ήταν μεγάλο ζήτημα. Αυτά τα ζητήματα εμπόδισαν την τελειοποίηση και επίσημη υιοθέτηση της πλατφόρμας.

Ο Βολίν ήταν πολυγραφότατος αναρχικός θεωρητικός που έπαιξε ουσιώδη ρόλο στην οργάνωση και στην ηγεσία της Ναμπάτ. Ήταν ένας από τους ιδρυτές της Ναμπάτ καθώς και συντάκτης της εφημερίδας της οργάνωσης. Ο Βολίν θεωρούνταν το ηγετικό πνεύμα όλου του κινήματος, και συνεχώς ασχολούνταν με την οργάνωση, τη φιλοσόφιση, και τις εκδόσεις για λογαριασμό του κεντρικού σώματος της Ναμπάτ στο Χάρκοβ. Στον Βολίν είχε ανατεθεί να γράψει τη πλατφόρμα που θα έπρεπε να συμφωνούσαν μαζί της όλες οι πτυχές του αναρχισμού, συγκεκριμένα ο αναρχοσυνδικαλισμός, ο αναρχοκολλεκτιβισμός, ο αναρχοκομμουνισμός, και ο αναρχοατομικισμός. Η συνενωτική πλατφόρμα της Ναμπάτ δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, αλλά ο Βολίν χρησιμοποίησε ό,τι είχε γράψει και την έμπνευσή του από τη Ναμπάτ για να φτιάξει τη θεωρία του περί της Αναρχικής Σύνθεσης (Anarchist Synthesis) για την οποία έγινε διάσημος (ή διαβόητα δύσφημος) μεταξύ των αναρχικών. Ο Βολίν συννελήφθει πολλές φορές κατά τη διάρκεια της δουλειάς του για τη Ναμπάτ: μια φορά το φθινώπορο του 1919, ξανά περίπου ένα χρόνο μετά, και τελικά στις 24 Δεκεμβρίου 1920 πριν από ένα πανρωσικό αναρχικό συνέδριο που η Ναμπάτ και ο Βολίν είχαν οργανώσει.

Το τέλος της Ναμπάτ:

Το τέλος του 1920 η Ναμπάτ σταμάτησε να υπάρχει. Η Σοβιετική κυβέρνηση είχε πάρει τον έλεγχο της χώρας και δεν χρειάζονταν πλέον τη συνεργασία των αναρχικών, κι έτσι χαρακτηρίστηκαν ως εχθροί που έπρεπε να αποδεκατιστούν εάν δεν συμφωνούσαν να ενταχθούν στην Σοβιετική ιδεολογία. Οι Μπολσεβίκοι δεν ήθελαν μια άλλη ομάδα να έχει πολιτική δύναμη και επιρροή. Το κόμμα των Μπολσεβίκων έστειλε στρατιώτες στην Ουκρανία για να διαλύσουν τον Μάχνο και τη Ναμπάτ. Μόνο τρεις μήνες μετά την σύλληψη του Βολίν, ο στρατός του Μάχνο ηττήθηκε από το Κόκκινο Στρατό και όλα τα μέλη της Ναμπάτ που ήταν μαζί του συννελήφθησαν.

Η πτώση του Μάχνο ήταν η αρχή της πτώσης και όλου του Ρωσικού αναρχισμού. Κατά τη διάρκεια των συλλήψεων της 24ης Δεκεμβρίου, πολλά άλλα μέλη της Ναμπάτ συννελήφθησαν από τη Τσέκα (Cheka, μυστική αστυνομία) μαζί με τον Βολίν, καθώς και τα περισσότερα μέλη της Γραματείας της Ναμπάτ. Αυτή η ήττα από τη καταστολή των Μπολσεβίκων, μαζί με την αδυναμία της Ναμπάτ να κινητοποιήσει την αγροτιά της Ουκρανίας εναντίων του Κόκκινου Στρατού προκάλεσε τη πτώση και τελική ήττα της Ναμπάτ.

Κατά τη διάρκεια του 1921 άλλοι γνωστοί αναρχικοί στην Ουκρανία συννελήφθησαν και δολοφονήθηκαν χωρίς δίκη. Το περιβάλλον τρόμου που δημιούργησε το κόμμα των Μπολσεβίκων ανάγκασε πολλούς αναρχικούς που επέζησαν να φύγουν από τη χώρα για ένα ασφαλέστερο περιβάλλον έξω από τη Σοβιετική εξουσία.

Βιβλιογραφία:

Avrich, Paul (2006). The Russian Anarchists. Stirling: AK Press. p. 204. ISBN 1904859488.
Avrich, Paul (July 1968). “Russian Anarchism and the Civil War”. The Russian Review: 296–306.
Thompson, John (2009). Russia and the Soviet Union. Westview Press.
Skirda, Alexandre (2004). Nestor Makhno: Anarchy’s Cossack. Paul Sharkey. AK Press.
Hemmer, Jeff (2005). What was the Role of the Anarchists in the Russian Revolution?. Diss. Aberdeen U.
Guérin, Daniel (2005). No Gods, No Masters: An Anthology of Anarchism. Paul Sharkey. AK Press.
Avrich, Paul (1990). Anarchist Portraits. Princeton University Press.
Skirda, Alexandre (2002). Facing the Enemy: A History of Anarchist Organization from Proudhon to May 1968. Paul Sharkey. AK Press.
Goodwin, James (2007). “Russian Anarchism and the Bolshevization of Bakunin in the Early Soviet Period”. Kritika: 533–560.

https://secure.wikimedia.org/wikipedia/en/wiki/Nabat

Η τελική εκκαθάριση των Μαχνοβιστών 1937-1938

Ένας σύντομος απολογισμός της καταστολής που έπληξε τα παλιά μέλη του μαχνοβίτικου κινήματος στα 1937-38.

Τα χρόνια 1937-1938 ήταν μια φοβερή περίοδος στη Σοβιετική Ένωση. Ο Στάλιν ασχολήθηκε με τους εμφανείς εχθρούς του μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα, δολοφονώντας εκείνους που είχαν οργανωθεί γύρω από την Τροτσκιστική Αντιπολίτευση καθώς και πολλούς άλλους Παλιούς Μπολσεβίκους όπως ο Μπουχάριν, ο Κάμενεφ και ο Ζινόβιεφ.

Στην πορεία τα επιζώντα μέλη του αναρχικού και Μαχνοβίτικου κινήματος δεν απέφυγαν αυτές τις σφαγές. Πρακτικά όλοι οι Mαχνοβίτες που δεν είχαν δολοφονηθεί κατά τη διάρκεια του 1918-1922 συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν.

Ένας από τους πρώτους Μαχνοβίτες που συνελήφθη ήταν ο στενός συνεργάτης του Νέστορ Μαχνό, Ιβάν Λεπετσένκο, ο οποίος εκτελέστηκε από τη NKVD στη Μαριούπολη στις 20 Οκτωβρίου 1920. Ο αδελφός του Πάβελ, επίσης αναρχικός κομμουνιστής, φαίνεται να έχει χαθεί την ίδια περίοδο.

Οι αδελφοί Ζάντοφ, Λεφ και Ντανίλο (βλέπε βιογραφία του Λεφ Ζάντοφ στο libcom) εκτελέστηκαν το Σεπτέμβριο του 1938 και ο Βίκτορ Μπέλας (βλέπε βιογραφία στο libcom) εξαφανίστηκε τον ίδιο χρόνο.

Μεταξύ των άλλων Μαχνοβιστών που εκτελέστηκαν ήταν και ο Γκριγκόρι Σερέγκιν (1884 – 1938) που προερχόταν από αγροτική οικογένεια της περιφέρειας Καλούγκα και ο οποίος είχε εργαστεί ως τεχνίτης στο Γκουλάι Πόλε. Ήταν αναρχικός-κομμουνιστής από το 1906. Από το 1917 είχε διατελέσει μέλος μιας επιτροπής εργοστασίου και δραστηριοποιήθηκε στην ένωση μεταλλουργών. Από το δεύτερο εξάμηνο του 1917 μέχρι τον Απρίλιο του 1918 διετέλεσε πρόεδρος στις βιομηχανικές κοινότητες του Γκουλάι Πόλε, πρόεδρος του συμβουλίου τροφίμων, και μέλος του ζέμστβα της κοινότητας. Στις αρχές του 1918, διετέλεσε πρόεδρος του τμήματος τροφίμων των Μαχνοβίτικων δυνάμεων. Ήταν μέλος του Μαχνοβίτικου κινήματος από τον Αύγουστο του 1918 και υπηρέτησε ως γραμματέας στο 2ο Επαρχιακό Συνέδριο του Γκουλάι Πόλε (12-18.02.1919). Το Μάρτιο του 1919 διορίστηκε Βοηθός Αρχηγού Προμήθειας στην ταξιαρχία του Μαχνό. Στο Παν-Στρατιωτικό Συνέδριο την 1 Σεπτεμβρίου 1919 εξελέγη μέλος του προσωπικού των Μαχνοβιστών, έχοντας γίνει επιθεωρητής και αργότερα επικεφαλής εφοδιασμού τροφίμων που διατήρησε μέχρι το καλοκαίρι του 1921). Στις 28 Αυγούστου 1921, μαζί με ένα απόσπασμα του Μαχνό πέρασε στη Ρουμανία. Το 1924, εκμεταλλεύθηκε την αμνηστία που προσφέρονταν από το Σοβιετικό καθεστώς και επέστρεψε στην Ουκρανία. Το 1930, εργαζόταν ως τεχνίτης στο Αλεξαντρόφσκ. Εκτελέστηκε το 1938.

Στο Γκουλάι Πόλε το Φεβρουάριο-Μάρτιο 1938 η τοπική NKVD συνέλαβε 40 άτομα. Ήταν:
Kλιμ Α. Ντενιέγκα,
Εφίμ Γιακόλεβιτς Γκορπίνιτς,
Γαβριήλ Ντανίλοβιτς Γκορπίνιτς,
Ρομάν Τιχόνοβιτς Γκορπίνιτς,
Ιβάν Μπράκα,
Φέντοτ Μπράκα,
Δαβίδ Ι. Μπράκα,
Γκριγκόρι Ιβάνοβιτς και
Νικίτα Κουζμίτς Λιούτι (πιθανότατα και οι δύο σχετίζονταν με το σημαίνοντα Μαχνοβιστή Ισίντορ Λιούτι),
Τίτος Πορφίριεβιτς Σάπιν,
Ιβάν Νεπόντια,
Γκεράσιμ Βασίλιεβιτς Σάμραϊ,
Kουζμά Τιμοφέγιεβιτς Σενένκο,
Γιάκοφ Πεντόρια,
Πάβελ Τροφίμοβιτς Μαρτινένκο,
Πετρ Σ. Τιστσένκο,
Αφξέντι Κοστόγκλοτ Γιεμελιάνοβιτς,
Ακίμ Ριμπαλτσένκο Εφίμοβιτς,
Ιβάν Πιντρέπνι Νμιτρίεβιτς,
Αντόν Α. Ταρασένκο,
Βασίλι Λισένκο Ντενίσοβιτς,
Πετρ Γκ. Ζαμπλόκη,
Ιβάν Κιρισένκο Τιχόνοβιτς,
Αλεξάντερ Σκόμσκη Φράνζεβιτς,
Αντόν Οσταπένκο Κούζμιτς,
Ιβάν Βοβτσένκο,
Ιβάν Βοβκ Ντενίσοβιτς,
Αλεξάντερ Ροσκαριάκα Στεπάνοβιτς,
Ιβάν Ζοβνιρένκο,
Σεργκέι Μαξίμοβιτς Χοχότβα (πιθανώς σχετίζεται με έναν άλλο Μαχνοβιστή ηγέτη τον Πάβελ Χοχότβα),
Τιμοτέι Πριπιχάιλο Ελισέεβιτς,
Ιακώβ Κλάους Αρτέμιεβιτς,
Σαβέλιτς Π. Μπικόφσκη,
Νικολάι Ζοβνιρένκο Φεντόροβιτς,
Ντιμίτρι Λούκιτς Βερμπίτσκη,
Λουκά Γκαβρίλοβιτς Φιλένκο,
Τίτος Α. Ποντγκόρνι, Παναγία Βασίλι Κράβσουκ,
Στεπάν Οβντιένκο Μιχαήλοβιτς (Αβντιγένκο),
και Σπρίνκη Τιμοφέγιεβιτς Νικιφόρ (Σιρένεκ).

Όλοι αυτοί συνελήφθησαν στην υπόθεση όπου οι κατηγορίες ήταν ”ότι εμπλέκονταν στο στρατιωτικό Μαχνοβίτικο Σύνταγμα του Γκουλάι Πόλε, των οποίων οι στόχοι ήταν ένοπλος αγώνας και εξέγερση εναντίον της Σοβιετικής Εξουσίας, και ότι ως μέλη του στρατιωτικού Μαχνοβίτικου αντεπαναστατικού αντάρτικου συντάγματος, είχαν πραγματοποιήσει αντ-επαναστατικές δραστηριοτήτες μεταξύ του πληθυσμού με στόχο την παρεμπόδιση των δραστηριοτήτων του Κόμματος και των Σοβιετικών αρχών, αποδεικνύοντας ασύμφορο το συλλογικό σύστημα γεωργικής εκμετάλλευσης, κατηγορώντας τη Σοβιετική εξουσία και το Κόμμα με κάθε δυνατό αντ-επαναστατικό τρόπο και συκοφαντώντας τους ηγέτες του και προετοιμάζοντας δραστήρια να διαπράξουν πράξεις σαμποτάζ στην ευάλωτη κατάσταση και τους συλλογικούς τομείς της γεωργίας, και ήταν έτοιμοι να τελέσουν τρομοκρατικές πράξεις εναντίον των περιουσιακών στοιχείων των Κομμουνιστών και μελών της Κομσομόλ (Κομμουνιστικής Νεολαίας) του χωριού,” σύμφωνα με τα άρθρα 54-11, 54-10, 19, 54-8, 54-7 του Σοβιετικού κώδικα. Επιπλέον ο Σκόμσκη κατηγορήθηκε για το ότι “μέχρι την ημέρα της σύλληψής του ήταν πράκτορας της Ρουμανικής κατασκοπείας.”

Γι’ αυτά τα εγκλήματα η τρόικα NKVD της περιοχής Ντνιπροπετρόφσκ καταδίκασε όλους τους κατηγορουμένους σε θάνατο την 1η Απριλίου 1938. Η ποινή εκτελέστηκε στο Ντνιπροπετρόφσκ στις 23 Απριλίου (28 άτομα), 25 Απριλίου (9 άτομα), 9 Μαΐου (2 άτομα) και 7 Ιουλίου (1 άτομο) 1938. Αργότερα όλα αυτά τα θύματα αποκαταστάθηκαν το 1959.

Με παρόμοιες κατηγορίες δύο Μαχνοβίτες ηγέτες ο Ιβάν Σούσκο και ο Ναζάρ Ζουιτσένκο εκτελέστηκαν από την NKVD στο Ντνιπροπετρόφσκ (βλέπε ξεχωριστές βιογραφίες στο libcom) στις 26 Απριλίου και 7 Ιουλίου 1938 αντίστοιχα.

Επίσης κατηγορούμενοι με παρόμοιες κατηγορίες από την NKVD του Ντνιπροπετρόφσκ και μάλιστα ως επικεφαλείς του “συντάγματος” ήταν ο Βασίλι Μιχαήλοβιτς Σαρόφσκη και ο Βλας Κορνέγιεβιτς Σαρόφσκη. Ο Βασίλι γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 1891 στο Γκουλάι Πόλε. Ήταν γιος του στρατιώτη Μιχαήλ Λουκιάνοφ Σαρόφσκη και η σύζυγός του Μαρία Ραντιόνοβα, και οι δύο Ορθόδοξοι. Υπηρέτησε στο Ρωσικό Στρατό κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο σε ανώτερη θέση. Συμπαθούσε τους Σοσιαλιστές Επαναστάτες, αν και ποτέ δεν έγινε μέλος του κόμματος, αργότερα ελκύθηκε από τον αναρχικό κομμουνισμό. Το 1917 διετέλεσε επικεφαλής της πυροβολαρχίας της Μαύρης Φρουράς στο Γκουλάι Πόλε. Από τον Ιανουάριο ως τον Ιούνιο του 1919 ήταν επικεφαλής του πυροβολικού της 3ης ταξιαρχίας Ζαντνεπρόφσκη των Μαχνοβιστών. Από το Σεπτέμβριο ως το Δεκέμβριο του 1919 ήταν Βοηθός Αρχηγού του Πυροβολικού των Μαχνοβιστών, ενεργώντας ως επικεφαλής του πυροβολικού. Ο Βλας είχε γεννηθεί στο Γκουλάι Πόλε το 1896. Ήταν υπασπιστής του Μαχνοβίτικου πυροβολικού και γνωστός για την ανδρεία του. Παρά τις διάφορες αναφορές στα αδέρφια του Σαρόφσκη, συμπεριλαμβανομένης της μαρτυρία στη NKVD από τον Μπέλας, δεν ήταν αυτό το θέμα όπως μπορεί να δει κανείς από τα πατρώνυμά τους. Ο Μπέλας λέει ότι ο Βλας εργάστηκε σε εργοστάσιο της περιοχής Ντνιπροροπετρόφσκ το 1930 ιδρύοντας ένα παράνομο Μαχνοβίτικο δίκτυο. Αργότερα προσχώρησε σε αυτό από τον Βασίλι. Ο τελευταίος φαίνεται να είχε αρκετά καλά εκπαιδευτεί, δουλεύοντας ως εκπαιδευτικός στην περιοχή του Κιέβου, και ζητώντας να γίνει υποψήφιο μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ ασκούσε παράνομες Μαχνοβίτικες δραστηριότητες! Έγινε επίσης μέλος του συμβουλίου του χωριού Γκουλάι Πόλε, ενός σχολικού επιμελητηρίου. Ο Βασίλι και ο Βλας ήταν πιθανώς συνδεδεμένοι με τρεις άλλους Σαρόφσκη, όλοι αδέρφια, που αναφέρονται ως αναρχικοί του Γκουλάι Πόλε στα απομνημονεύματά του Μαχνό, σαν Πιότρ, Γκριγκόρι και Προκόπ. Μια άλλη ξεχωριστή Μαχνοβίτισσα, η Κονσταντίν Σουπρίνα, επίσης κατηγορήθηκε με αυτές τις κατηγορίες και εκτελέστηκε.

Επίσης εκτελέστηκε το 1938 ο Ιγκνάτ Φεντόροβιτς Μπομπράκοφ (γεν. 1893). Ήταν ένας συμπαθών των αναρχικών και εργάτης ο οποίος εντάχθηκε στο Μαχνοβίτικο κίνημα τον Αύγουστο του 1918. Το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1919 διετέλεσε προϊστάμενος εφοδιασμού του πυροβολικού στους Μαχνοβίτες. Με την επιστροφή των Μπολσεβίκων στην Ουκρανία τον Ιανουάριο του 1920 εγκατέλειψε το κίνημα. Στη δεκαετία του 1930 εργάστηκε ως διευθυντής του εργοστασίου της Οκτωβριανής Επανάστασης στην Οδησσό. Συνελήφθη στα τέλη του 1937 και εκτελέστηκε τον επόμενο χρόνο.

Στην κοντινή περιοχή Ζαπορόζιε στο κούτορ (αγροικία) του Zελόνι Γκάι, 22 άλλοι πρώην-Μαχνοβίτες συνελήφθησαν από την NKVD. Επτά από αυτούς, συμπεριλαμβανομένων άλλων Μαχνοβιστών πυροβολητών, του αναπληρωτή διοικητή του Μαχνοβίτικου πυροβολικού, Ντιμίτρι Ιβάνοβιτς Σιπλίβι, καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν. Ο Σιπλίβι προερχόταν από την αγροτική περιοχή Γκριγκόρεφσκα Πολογκόφσκη. Από το 1919 ήταν μέλος της ομάδας αναρχικών του Γκουλάι Πόλε και ήταν βοηθός αρχηγού του Μαχνοβίτικου πυροβολικού.

Nick Heath

Πηγές: Σχετικά με τη δίκη των 40 Mαχνοβιστών: http://www.makhno.ru/forum/showthread.php?t=51&page=7

Άλλα βιογραφικά στοιχεία: http://www.makhno.ru/

Dubovik, A.V (2009). After Makhno. Kate Sharpley Library.

Μετάφραση: Αιχμή

https://aixmi.wordpress.com/

Ο αγώνας ενάντια στο κράτος

Ένα διαχρονικό κείμενο του Νέστορ Μαχνό από το 1926.

«Το ότι το σύγχρονο Kράτος είναι η οργανωτική μορφή μιας αρχής βασισμένης στην αυθαιρεσία και τη βία στην κοινωνική ζωή των ειλώτων δεν έχει να κάνει με το αν αυτό είναι “αστικό” ή “προλεταριακό”».

Το ότι το σύγχρονο Kράτος είναι η οργανωτική μορφή μιας αρχής βασισμένης στην αυθαιρεσία και τη βία στην κοινωνική ζωή των ειλώτων δεν έχει να κάνει με το αν αυτό είναι «αστικό» ή «προλεταριακό». Βασίζεται στον καταπιεστικό συγκεντρωτισμό, που προκύπτει από την άμεση βία μιας μειοψηφίας που παρατάχθηκε κατά της πλειοψηφίας. Για να εφαρμόσει και να επιβάλει τη νομιμότητα του συστήματός του, το Κράτος καταφεύγει όχι μόνο στα όπλα και τα χρήματα, αλλά και στα ισχυρά όπλα της ψυχολογικής πίεσης. Με τη βοήθεια τέτοιων όπλων, μια μικρή ομάδα πολιτικών επιβάλλει την ψυχολογική καταστολή μιας ολόκληρης κοινωνίας και, ειδικότερα, των μαστιζόμενων μαζών, προετοιμάζοντάς τις έτσι ώστε να αποσπάσει την προσοχή τους από τη δουλεία που θέσπισε το Κράτος.

Πρέπει λοιπόν να είναι σαφές ότι αν θέλουμε να καταπολεμήσουμε την οργανωμένη βία του σύγχρονου Κράτους, πρέπει να αναπτύξουμε ισχυρά όπλα, αντίστοιχα με το μέγεθος του καθήκοντος.

Μέχρι στιγμής, οι μέθοδοι κοινωνικής δράσης που εφαρμόζει η επαναστατική εργατική τάξη ενάντια στην εξουσία των καταπιεστών και των εκμεταλλευτών – το Κράτος και το Κεφάλαιο – σύμφωνα με τις ελευθεριακές ιδέες, ήταν ανεπαρκείς για να οδηγήσουν τους εργάτες στην ολοκληρωτική νίκη.

Έχει συμβεί στην Ιστορία οι εργάτες να νικήσουν το Κεφάλαιο, αλλά η νίκη ξεγλύστρησε στη συνέχεια από τα χέρια τους, επειδή αναδύθηκε κάποια Κρατική εξουσία, που συγχώνευσε τα συμφέροντα του ιδιωτικού κεφαλαίου και εκείνου του Κρατικού καπιταλισμού χάριν της επιτυχίας των εργατών.

Η εμπειρία της Ρωσικής επανάστασης έχει εκθέσει κατάφωρα τις ελλείψεις μας πάνω σε αυτό το θέμα. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό, αλλά θα έπρεπε μάλλον να εντοπίσουμε αυτές τις ελλείψεις. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι ο αγώνας μας ενάντια στο Κράτος στη Ρωσική επανάσταση ήταν αξιοσημείωτος, παρά την αποδιοργάνωση που είχαν οι γραμμές μας: αξιοσημείωτος κυρίως όσον αφορά την καταστροφή αυτού του απεχθούς θεσμού.

Αλλά, αντίθετα, ο αγώνας μας ήταν ασήμαντος στον τομέα της οικοδόμησης της ελεύθερης κοινωνίας των εργατών και των κοινωνικών δομών της, οι οποίες θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν ότι θα ευημερούσε πέρα ​​από την κηδεμονία του Κράτους και των κατασταλτικών του θεσμών.

Το γεγονός ότι εμείς οι ελευθεριακοί κομμουνιστές ή αναρχοσυνδικαλιστές αποτύχαμε να προβλέψουμε την πορεία της Ρωσικής επανάστασης και ότι αποτύχαμε να βιαστούμε να αναπτύξουμε εγκαίρως νέες μορφές κοινωνικής δραστηριότητας, οδήγησε πολλές ομάδες και οργανώσεις μας να αμφιταλαντευτούν ξανά στην πολιτική και κοινωνικο-στρατηγική τους πολιτική στο πολεμικό μέτωπο της Επανάστασης.

Αν θέλουμε να αποφύγουμε μια μελλοντική υποτροπή σε αυτά τα ίδια λάθη, όταν θα συμβεί μια επαναστατική κατάσταση, και προκειμένου να διατηρήσουμε τη συνοχή και τη συνεκτικότητα της οργανωτικής μας γραμμής, πρέπει πρώτα απ’ όλα να συγκεντρώσουμε όλες μας τις δυνάμεις σε ένα λειτουργικό συλλογικό όργανο, έπειτα χωρίς περαιτέρω ντόρο, να καθορίσουμε την εποικοδομητική μας αντίληψη των οικονομικών, κοινωνικών, τοπικών και εδαφικών μονάδων, έτσι ώστε να περιγράφονται συνοπτικά λεπτομερώς (ελεύθερα σοβιέτ), και ειδικότερα να περιγράφουν σε γενικές γραμμές τη βασική επαναστατική τους αποστολή στον αγώνα ενάντια στο Κράτος. Η σύγχρονη ζωή και η Ρωσική επανάσταση το απαιτούν αυτό.

Όσοι έχουν αναμειχθεί με τις ίδιες τις τάξεις του εργάτη και των αγροτικών μαζών, συμμετέχοντας ενεργά στις νίκες και τις ήττες των εκστρατειών τους, πρέπει αναμφίβολα να καταλήξουν στα δικά μας συμπεράσματα, και πιο συγκεκριμένα σε μια εκτίμηση ότι ο αγώνας μας ενάντια στο Κράτος θα πρέπει να συνεχής μέχρις ότου το Κράτος εξαλειφθεί παντελώς: θα αναγνωρίσουν επίσης ότι ο πιο σκληρός ρόλος σε αυτόν τον αγώνα είναι ο ρόλος της επαναστατικής ένοπλης δύναμης.

Είναι βασικό η δράση των ενόπλων δυνάμεων της Επανάστασης να συνδεθεί με την κοινωνική και οικονομική μονάδα, όπου ο εργάτης θα οργανωθεί από τις πρώτες μέρες της επανάστασης, έτσι να μπορέσει να συσταθεί η πλήρης αυτοοργάνωση της ζωής, μακρυά από όλες τις κρατικές δομές.

Από αυτή τη στιγμή και εξής, οι αναρχικοί πρέπει να επικεντρώσουν την προσοχή τους σε αυτή τη διάσταση της Επανάστασης. Πρέπει να είναι πεπεισμένοι ότι, αν οι ένοπλες δυνάμεις της επανάστασης οργανωθούν σε τεράστιους στρατούς ή σε πολλά τοπικά ένοπλα αποσπάσματα, δεν θα μπορούν παρά να υπερνικήσουν τους εν ενεργεία και υπερασπιστές του Κράτους, και ως εκ τούτου να επιφέρουν τις συνθήκες που χρειάζεται ο λαός που υποστηρίζει την επανάσταση, έτσι ώστε να μπορεί να κόψει όλους τους δεσμούς με το παρελθόν και να κοιτάξει τις τελευταίες λεπτομέρειες της διαδικασίας οικοδόμησης μιας νέας κοινωνικοοικονομικής ύπαρξης.

Ωστόσο, το Κράτος, θα μπορέσει να κρατηθεί γερά σε μερικούς τοπικούς θύλακες και θα προσπαθήσει να βάλει πολυάριθμα εμπόδια στην πορεία της νέας ζωής των εργατών, επιβραδύνοντας το ρυθμό εξέλιξης και την αρμονική ανάπτυξη νέων σχέσεων που βασίζονται στην πλήρη χειραφέτηση του ανθρώπου.

Η τελική και πλήρης εξάλειψη του Κράτους μπορεί να επιτευχθεί μονάχα όταν ο αγώνας των εργατών είναι προσανατολισμένος σε πιο ελευθεριακές γραμμές, όταν οι εργάτες θα καθορίζουν οι ίδιοι τις δομές της κοινωνικής τους δράσης. Αυτές οι δομές θα πρέπει να υιοθετούν τη μορφή οργάνων κοινωνικής και οικονομικής αυτοδιεύθυνσης, τη μορφή ελεύθερων «αντι-εξουσιαστικών» σοβιέτ. Οι επαναστατημένοι εργάτες και οι εμπροσθοφυλακές τους – οι αναρχικοί – πρέπει να αναλύουν τη φύση και τη δομή αυτών των σοβιέτ και να καθορίζουν εκ των προτέρων τις επαναστατικές τους λειτουργίες. Από αυτό, κυρίως, θα εξαρτηθεί η θετική εξέλιξη και ανάπτυξη των αναρχικών ιδεών στις τάξεις εκείνων που θα επιτύχουν την εξάλειψη του Κράτους για λογαριασμό τους προκειμένου να οικοδομήσουν μια ελεύθερη κοινωνία.

Μετάφραση: Αιχμή

https://aixmi.wordpress.com/

Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ

Το 14ο Συνέδριο του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος έχει καταδικάσει απερίφραστα την ιδέα της ισότητας. Πριν το Συνέδριο ο Ζηνοβίεφ είχε αναφέρει την ιδέα στην πορεία της πολεμικής του ενάντια στον Ουστριάλοφ και Μπουχάριν. Δήλωσε τότε ότι το σύνολο της μοντέρνας φιλοσοφίας διακατέχονταν από την ιδέα της ισότητας. Ο Καλίνιν μίλησε σκληρά στο συνέδριο ενάντια σε αυτή την διαμάχη, παίρνοντας την γραμμή ότι κάθε αναφορά στην ισότητα δεν μπορούσε να βοηθήσει, παρά μόνο να είναι βλαβερή και δεν έπρεπε να γίνει ανεκτή. Η αιτιολογία του έχει ως εξής:

“Μπορούμε να μιλήσουμε στους αγρότες για ισότητα; Όχι, αυτό αποκλείεται, γιατί σε αυτή την περίπτωση, θα ξεκινούσαν να απαιτούν τα ίδια δικαιώματα με τους εργάτες, το οποίο θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με την δικτατορία του προλεταριάτου. Παρόμοια, μπορούμε να μιλήσουμε για ισότητα στους εργάτες; Όχι, και αυτό αποκλείεται επίσης, γιατί αν για παράδειγμα, ένας κομμουνιστής και ένα μη-μέλος του κόμματος κάνουν την ίδια δουλειά, η διαφορά βρίσκεται στο ότι ο πρώτος πληρώνεται τον διπλάσιο μισθό από τον δεύτερο. Το να αποδεχτούμε την ισότητα θα επέτρεπε στα μη κομματικά μέλη να απαιτούν την ίδια πληρωμή που πληρώνεται στον κομμουνιστή. Είναι αποδεκτό αυτό, σύντροφοι; Όχι, δεν είναι. Μπορούμε λοιπόν να καλέσουμε για ισότητα ανάμεσα στους κομμουνιστές; Όχι, ούτε αυτό γίνεται, γιατί κατέχουν διαφορετικές θέσεις, με όρους δικαιωμάτων και υλικών συνθηκών επίσης»

Πάνω στην βάση τέτοιων συλλογισμών ο Καλίνιν συμπέρανε ότι η χρήση του όρου «ισότητα» από τον Ζηνοβίεφ μπορούσε να είναι μόνο δημαγωγική και βλαβερή. Στην απάντηση του ο Ζηνοβίεφ είπε στο Συνέδριο ότι, όταν είχε μιλήσει για ισότητα, το είχε εννοήσει με μια εντελώς διαφορετική έννοια.Όσο για τον ίδιο, αυτό που είχε στο μυαλό του ήταν η «σοσιαλιστική ισότητα», δηλαδή, η ισότητα που κάποια μέρα θα ερχόταν σε ένα περισσότερο ή λιγότερο μακρινό μέλλον. Προς το παρόν, μέχρι την στιγμή που θα γινόταν η παγκόσμια επανάσταση και αφού δεν υπήρχε τρόπος για να γίνει γνωστό το πότε θα συμβεί αυτό, δεν μπορούσε να τίθεται ζήτημα ισότητας. Ειδικά, δεν μπορούσε να υπάρξει ισότητα δικαιωμάτων, γιατί αυτό θα κινδύνευε να μας σύρει στην κατεύθυνση πολύ επικίνδυνων «δημοκρατικών» παρεκκλίσεων.

Αυτή η αντίληψη της ιδέας της ισότητας δεν ξεκαθαρίστηκες σε κάποια απόφαση του Συνεδρίου. Αλλά, ουσιαστικά, τα δύο στρατόπεδα που συγκρούστηκαν στο συνέδριο ήταν σύμφωνα στο να θεωρηθεί η ιδέα της ισότητας σαν μη ανεκτή.

Προηγουμένως, και όχι τόσο πολύ καιρό πριν, οι Μπολσεβίκοι μιλούσαν εντελώς διαφορετικά. Ήταν κάτω από το λάβαρο της ισότητας που λειτούργησαν κατά την διάρκεια της μεγάλης Ρωσικής επανάστασης, για να ανατρέψουν την μπουρζουαζία, σε συμμαχία με τους εργάτες και τους αγρότες, με έξοδα των οποίων έφτασαν να καταλάβουν τον πολιτικό έλεγχο της χώρας. Ήταν κάτω από αυτά τα χρώματα που, μετά από οχτώ χρόνια διακυβέρνησης των ζωών και των ελευθεριών των εργατών της πρώην Ρωσίας – που από ‘δω και στο εξής θα γίνει γνωστή σαν «Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών» οι Μπολσεβίκοι τσάροι θα προσπαθούσαν να πείσουν τους εργάτες αυτής της «Ένωσης» (που καταπιέζονταν από αυτούς), όπως επίσης και τους εργάτες από άλλες χώρες (τους οποίους δεν έλεγχαν ακόμα), ότι αν καταδίωκαν και άφηναν να σαπίζουν στις φυλακές ή αν εξόριζαν και δολοφονούσαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, αυτό γινόταν αποκλειστικά στο όνομα της επανάστασης, τις εξισωτικές βάσεις της οποίας (τις οποίες υποτίθεται ότι είχαν δώσει στην επανάσταση) οι εχθροί της υποτίθεται ότι ήθελαν να καταστρέψουν.

Σύντομα θα είναι οχτώ χρόνια που το αίμα των αναρχικών άρχισε να τρέχει λόγω του ότι δεν προσκύνησαν δουλικά μπροστά στην βία ή το θράσος εκείνων που κατέλαβαν την εξουσία, ούτε μπροστά στην πασίγνωστα ψευδή ιδεολογία τους και την μέγιστη ανευθυνότητα τους.

Σε αυτή την εγκληματική πράξη, μια πράξη η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί παρά σαν λουτρό αίματος των Μπολσεβίκων θεών, ο καλύτερος ανθός της επανάστασης καταστράφηκε, γιατί ήταν οι πιο πιστοί υπέρμαχοι των επαναστατικών ιδανικών και γιατί δεν θα μπορούσαν να δωροδοκηθούν για να τα προδώσουν. Υπερασπιζόμενοι ειλικρινά τις αρχές της επανάστασης, αυτά τα παιδιά της επανάστασης προσπαθούσαν να απαλλαχθούν από την τρέλα των Μπολσεβίκων θεών και να βρουν μια διέξοδο από το αδιέξοδο τους, έτσι ώστε να σφυρηλατήσουν ένα μονοπάτι για την πραγματική ελευθερία και την γνήσια ισότητα των εργατών.

Οι Μπολσεβίκοι άρχοντες γρήγορα κατάλαβαν ότι οι φιλοδοξίες αυτών των παιδιών της επανάστασης θα αποτελούσαν καταστροφή για την τρέλα τους και πάνω απ’ όλα για τα προνόμια που επιδέξια κληρονόμησαν από την γκρεμισμένη μπουρζουαζία, και μετά τα χρησιμοποίησαν για το συμφέρον τους. Σε αυτή την βάση καταδίκασαν τους επαναστάτες σε θάνατο. Άνθρωποι με τις ψυχές σκλάβων τους υποστήριξαν σε αυτό και το αίμα πλημμύρισε. Για τα οχτώ προηγούμενα χρόνια συνέχιζε να τρέχει, και στο όνομα τίνος μπορούμε να ρωτήσουμε; Στο όνομα της ελευθερίας και της ισότητας των εργατών, λένε οι Μπολσεβίκοι, συνεχίζοντας να εξολοθρεύουν χιλιάδες ανώνυμους επαναστάτες, αγωνιστές της κοινωνικής επανάστασης, ονομάζοντας τους «τρομοκράτες» και «αντεπαναστάτες».

Με αυτό το αχρείο ψέμα, οι Μπολσεβίκοι έχουν κρύψει την αληθινή κατάσταση πραγμάτων στην Ρωσία από τα μάτια των εργατών του κόσμου, ειδικά την ολοκληρωτική τους χρωκοπία στο ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, την ίδια στιγμή που όλα αυτά είναι πολύ προφανή για όλους αυτούς που έχουν μάτια να δουν.

Οι Αναρχικοί προειδοποίησαν τους εργάτες κάθε χώρας εγκαίρως για τα εγκλήματα των Μπολσεβίκων στην Ρωσική επανάσταση. Ο Μπολσεβικισμός, ενσωματώνοντας το ιδανικό ενός συγκεντρωτικού Κράτους, αποδείχτηκε θανάσιμος εχθρός του ελεύθερου πνεύματος των επαναστατών εργατών. Καταφεύγοντας σε πρωτοφανή μέτρα, σαμποτάρισε την ανάπτυξη της επανάστασης και βρώμισε την αγνότητα της πιο καλής της όψης. Επιτυχημένα μεταμφιεσμένος, απέκρυψε το πραγματικό του πρόσωπο από τα βλέμματα των εργατών, περνώντας τον εαυτό του σαν υποστηρικτή των συμφερόντων τους. Μόνο τώρα, μετά από μια βασιλεία οχτώ χρόνων, αυξανόμενης ερωτοτροπίας με την διεθνή μπουρζουαζία, αρχίζει να παραμερίζει την μάσκα του, της επανάστασης και δείχνει στον κόσμο της εργασίας το πρόσωπο ενός άπληστου εκμεταλλευτή.

Οι Μπολσεβίκοι έχουν ξεφορτωθεί την ιδέα της ισότητας, όχι μόνο στην πράξη αλλά και στην θεωρία, γιατί και μόνο η προφορά της τους φαίνεται επικίνδυνη τώρα. Αυτό είναι αρκετά κατανοητό, γιατί ολόκληρη η κυριαρχία τους εξαρτάται από μια διαμετρικά αντίθετη ιδέα, από μια τρανταχτή ανισότητα, οι τρόμοι και τα κακά της οποίας έχουν κάτσει στις πλάτες των εργατών. Ας ελπίσουμε ότι οι εργάτες κάθε χώρας μπορούν να βγάλουν τα απαραίτητα συμπεράσματα και με τη σειρά τους να τελειώσουν με τους Μπολσεβίκους, αυτούς τους υποστηρικτές της ιδέας της σκλαβιάς και τους καταπιεστές της Εργασίας.

Νέστωρ Μαχνό